Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

Βαρυσήμαντη θεολογική επιστολή π. Θεοδώρου Ζήση προς τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο


ΓΕΡΩΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ,
ΙΕΡΑ ΚΑΛΥΒΗ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ,
ΙΕΡΑ ΣΚΗΤΗ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ
ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ - ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Τρίτη 21/02/2017 Τιμοθέου του εν Συμβόλοις

ΠΝΙΓΗΚΕ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ Ο ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Τα ανύπαρκτα θεολογικά επιχειρήματα, ο υπερφίαλος εγωισμός και η κακία,
τρύπιο σωσίβιο για τον Σεβάσμιο Θεσσαλονίκης. Πνίγηκε στα νερά του Θερμαϊκού.

Δεν έπρεπε ούτε καν να αρθρώσει διωγμό κατά του Ομολογητού της Αγίας ημών Ορθοδόξου Πίστεως, Πατρός Θεόδωρου Ζήση, ο οποίος με ένα βαρυσήμαντο θεολογικό κείμενο, πεπληρωμένο ορθοδόξων επιχειρημάτων, φιμώνει τον εν λόγω Μητροπολίτη και όλους τους ομοίους του «πιασμένους» ελληνόφωνους οικουμενιστές.

Ας αναγνώσουμε αδελφοί μου με προσοχή το βαρυσήμαντο κείμενο του πατρός Θεόδωρου και ας ενώσουμε τις καρδιές μας, με τις καρδιές των Ορθοδόξων Ομολογητών στο Άγιο Όρος και όπου γης που κλαίνε από αγάπη στον προδομένο Ιησού Χριστό μας.

Παρακάτω ακολουθεί το κείμενο του π. Θεόδωρου Ζήση. Καλή ανάγνωση.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 
Παναγία Αρβανίτισσα 
να σας ευλογούν.

Γέρων Νεκτάριος Μοναχός


Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης,
Απαντητική Επιστολή στον Θεσσαλονίκης
Πρωτοπρεσβύτερος
Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς
Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
18ο χλμ. Θεσσαλονίκης-Περαίας
570 19 Ν. Ἐπιβάται
ΤΗΛ.: 23920.24865 FAX: 23920.27402

Ἐν Θεσσαλονίκῃ τῇ 1ῃ Φεβρουαρίου 2017
Παναγιώτατον

Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης
κ. Ἄνθιμον

Ἐνταῦθα

Παναγιώτατε,

Μὲ λύπη καὶ ἔκπληξη ἔλαβα τὴν ἀπὸ 10-12-2016 «νουθετήρια», ἐπιτιμητικὴ καὶ «πατρική» ἐπιστολή σας, μὲ τὴν ὁποίαἐκτιμᾶτε κατ᾽ ἀρχὴν ὅτι μὲ ἀναφορές μου ἐσχάτως στὸ διαδίκτυο καὶ ὁμιλίες μου στὴν αἴθουσα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ ἉγίουἈντωνίου προκαλῶ «πνευματικὴν σύγχυσιν καὶ διάστασιν τῶν συνειδήσεων τῶν πιστῶν τοῦ πληρώματος» τῆς ἹερᾶςΜητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Μοῦ ὑπενθυμίζετε κατόπιν τὴν ἀπόλυσή μου, ὡς κληρικοῦ, ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὴν μετὰ ταῦτα συμπερίληψή μου ἀπὸ σᾶς στὸν ἱερὸ κλῆρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ὡς ἀμίσθου κληρικοῦ ἀπὸ τὸ ἔτος 2008 καὶ ὅτι ἐπίσης μοῦ παραχωρήσατε προσωρινὰ τὸ θυσιαστήριο τοῦ Ἱεροῦ μετοχικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου «διὰ νὰ τελῶ τὴν Θείαν Λειτουργίαν καὶ νὰ ὁμιλῶ πρὸς τὸ ἐκκλησίασμα διὰ τὴν πνευματικὴν οἰκοδομὴν αὐτοῦ καὶ πρὸς σωτηρίαν ψυχῶν».

Ἐφιστᾶτε ἐν τέλει «πατρικῶς» τὴν προσοχήν μου, ὅπως, τοῦ λοιποῦ, σεβόμενος τήν κανονικότητα καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς κατ᾽ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τὴν νομιμότητα τῆς τοπικῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας, «παύσω νὰ προβαίνω εἰς σκανδαλισμὸν τῶν συνειδήσεων τῶν πιστῶν καὶ εἰς πρόκλησιν διὰ τὴν δημιουργίαν "ἀποτειχίσεων", "σχισμάτων" καί "ἀνταρσιῶν", δεδομένου ὅτι τὸ τοιοῦτον τυγχάνει ἀντικανονικὸν καὶ ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτον».

Αὐτὲς οἱ ἐκτιμήσεις καὶ οἱ κατηγορίες σας εἶναι παντελῶς ἀναληθεῖς, θεολογικὰ δὲ καὶ ἐκκλησιολογικὰ ἀβασάνιστες καὶ ἀθεμελίωτες γιὰ πολλοὺς λόγους, ἡ παρουσίαση τῶν ὁποίων θὰ ἐπεξέτεινε πολὺ τὰ ὅρια μιᾶς ἐπιστολιμαίας ἀπαντήσεως. Συνοπτικῶς ὅμως, γιὰ νὰ μάθετε καὶ τὴν ἄλλη πλευρά, σᾶς ἀναφέρω τὰ ἀκολουθοῦντα:
1. Γιατί μὲ ἀπέλυσε ὡς κληρικὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο;
Ἡ ἀναφορά σας στὴν ἀπόλυσή μου ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ στὴν μετὰ ταῦτα συγκαταρίθμησή μου ἀπὸ σᾶςστοὺς κληρικοὺς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ἀποσκοπεῖ προφανῶς νὰ δείξει ὅτι εἶμαι ἕνας ἀπείθαρχος καὶ ἀντάρτηςκληρικός, ἀλλὰ καὶ ἀγνώμων πρὸς ἐσᾶς ποὺ μὲ περιμαζέψατε ὡς ἄστεγο καὶ ἀδέσποτο καὶ μοῦ παραχωρήσατε τὸ θυσιαστήριοτοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου. Εἶναι ὅμως σὲ ὅλους γνωστὸ καὶ βεβαιωμένο ἀπὸ ἀψευδεῖς πηγές, καὶ ἀπορῶ πῶς δὲν τὸ γνωρίζετε, ὅτι ἡ ἀπόλυσή μου ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ὁποῖο μὲ ἀφοσίωση καὶ ἀγάπη ὑπηρέτησα ἐπὶ πολλὰ ἔτη, καὶ διαθέτω ἐπ᾽ αὐτοῦ πλῆθος εὐχαριστηρίων ἐπιστολῶν, ὀφείλεται στὴν αὐστηρὴ κριτικὴ ποὺ ἤσκησα στὸ ἐπαίσχυντο καὶ προδοτικὸ κείμενο τοῦ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), ὡς ἐκπρόσωπος τῆς τότε παραδοσιακῆς Ἐκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος στὸν Θεολογικὸ Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς. Στὸ κείμενο αὐτὸ ὄχι μόνο ἀθωώνεται καὶ ἀναγνωρίζεται ἡ Οὐνία, τὴν ὁποία προηγουμένως καὶ μὲ δική μου σημαντικὴ συμβολὴ καταδικάσαμε στὸ Freising τοῦ Μονάχου ἐν ὁλομελείᾳ Ὀρθόδοξοι καὶ Ρωμαιοκαθολικοί (1991), ἀλλὰ ἐπὶ πλέον γιὰ πρώτη φορὰ «Ὀρθόδοξοι» ἱεράρχες καὶ θεολόγοι ἀναγνωρίζουν τὸν Παπισμὸ ὡς ἐκκλησία μὲ ἀποστολικὴ διαδοχή, ἔγκυρα μυστήρια καὶ συνυπεύθυνο μαζὶ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μαζὶ μὲ ἄλλα μου δημοσιεύματα σᾶς ἀπέστειλα παλαιότερα καὶ τὸ βιβλίο μου αὐτὸ γιὰ τὴν Οὐνία, ἀλλὰ μᾶλλον ἢ δὲν τὸ διαβάσατε ἢ συμφωνεῖτε μὲ τὸ κείμενο τοῦ Balamand ποὺ τὴν ἀθώωσε[1]. 

Ἡ ἀπόφαση τοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου γιὰ τὴν ἀπόλυσή μου ἐνισχύθηκε καὶ ἀπὸ ἄλλους λόγους· ἐν πρώτοις, διότι διεμήνυσα ὅτι στὸ ἑξῆς δὲν θὰ συντάσσω πατριαρχικοὺς λόγους, διαμαρτυρόμενος γιὰ τὴν κακὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, καὶ ἐπίσης, διότι ἐπρωτοστάτησα τὸ 2001 εἰς τὸ νὰ μὴν ἔλθει ὁ πάπας στὴν Ἑλλάδα μὲ συναγωνιστὰς τὸ σύνολο σχεδὸν τότε τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ πλῆθος ἄλλο ἀρχιερέων, ἱερέων, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς μοῦ ἀπέστειλαν συγχαρητήρια διὰ τοὺς ἀγῶνες, καὶ μόνο σεῖς τότε, ὡς μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως, μοῦ ἀποστείλατε ἐπιτιμητικὴ ἐπιστολή, γεμάτη χολὴ καὶ πικρία, γιατὶ παρεμπόδιζα τὴν ἔλευση τοῦ πάπα. Μετὰ μάλιστα τὴν πραγματοποιηθεῖσα βλάσφημη καὶ καταστροφικὴ ἐπίσκεψή του, ἀπευθυνόμενος πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἀντιδρῶντες ἐρωτούσατε: «καὶ τί ἐπάθαμε ποὺ ἦλθε ὁ πάπας στὴν Ἑλλάδα;».
Ἡ ὀργὴ τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ἐναντίον μου, ποὺ τελικὰ τὸν ὁδήγησε στὴν ἀπόλυσή μου, κορυφώθηκε, ὅταν ὀργανώσαμε, τό «Τμῆμα Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας» καὶ ἡ «Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν», ἀπὸ 20-24 Σεπτεμβρίου τοῦ 2004, «Διορθόδοξο Θεολογικὸ Συνέδριο» μὲ τίτλο «Οἰκουμενισμός. Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις». Στὸ ἱστορικὸ αὐτὸ συνέδριο ἔλαβαν μέρος μὲ εἰσηγήσεις περὶ τοὺς πενήντα (50) εἰσηγητές, ἀρχιερεῖς, ἡγούμενοι, ἄλλοι κληρικοὶ καὶ μοναχοί, καθηγητὲς Θεολογικῶν καὶ ἄλλων Σχολῶν ἀπὸ τὴν ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη Ὀρθοδοξία. Ἡ ἐπιτυχέστατη διεξαγωγὴ τοῦ συνεδρίου μὲ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ εἰσηγητῶν καὶ τὴν σημαντικώτατη θεματολογία, ὡς καὶ ἡ ἀπήχηση στὸ ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα, δικαίωσαν τὴν διαπίστωση ὅτι ἀποτέλεσε τὴν πρώτη σοβαρὴ ἐπιστημονικὴ καὶ συλλογικὴ ἀπομύθευση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ[2]. 
Τὰ Πρακτικὰ τοῦ συνεδρίου μὲ τὰ τολμηρὰ καὶ θαρραλέα Πορίσματα ἔχουν ἤδη κυκλοφορηθῆ σὲ δύο ὀγκώδεις τόμους[3].

2. Ποιός μοῦ παραχώρησε τὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου; Ἡ ἀπομόνωση καὶ ἡ φίμωση. Ἄλλαξε ἡ Θεσσαλονίκη.

Τὸ θυσιαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου δὲν μοῦ τὸ παραχωρήσατε σεῖς, Παναγιώτατε, τὸ 2008. Μοῦ τὸ παραχώρησε ἀπὸ τὸ 1993, ἕνδεκα ἔτη πρὶν νὰ ἔλθετε στὴν Θεσσαλονίκη μὲ μετάθεση ἀπὸ τὴν Ἀλεξανδρούπολη, ὁ μακαριστὸς καὶ ὀρθοδοξότατος προκάτοχός σας κυρὸς Παντελεήμων Β´, ἐπὶ τῆς εὐλογημένης ποιμαντορίας τοῦ ὁποίου συγκαλέσαμε πλεῖστα ὅσα ἀντιπαπικὰ καὶ ἀντιοικουμενιστικὰ συνέδρια. Ἤμουν πάντοτε ἐκ τῶν πρώτων εἰσηγητῶν στὰ ἱστορικὰ θεολογικὰ συνέδρια ποὺ συγκαλοῦσε κάθε ἔτος τὶς ἡμέρες τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ συχνὰ ὁμιλητὴς στὶς πανηγυρικὲς μνῆμες τῶν Ἁγίων τῆς Θεσσαλονίκης, χοροστατοῦντος καὶ ἐπινεύοντος. Ἔχαιρε καὶ ἠγάλλετο, διότι, ὅπως ἔλεγε δημοσίως, δίπλα στὴν Μασονικὴ Στοὰ καὶ στὸ ἀποκρυφιστικὸ Βιβλιοπωλεῖο ὁ μικρὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου εἶχε καταστῆ προπύργιο Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐπιβραβεύοντας δὲ αὐτόν μου τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν πνευματικὴ οἰκοδομὴ τοῦ ἐμπεπιστευμένου εἰς αὐτὸν ποιμνίου καὶ τὴν σωτηρία ψυχῶν, ποὺ σεῖς στὴν ἐπιστολή σας δὲν τὰ βλέπετε, ἢ τὰ θέλετε πρὸς ἄλλη κατεύθυνση, μὲ εἰδικὴ τελετὴ μοῦ ἀπένειμε τὸ ὀφφίκιο τοῦ Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.

Μετὰ τὴν ἀνάρρησή σας στὸν θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης τὸ 2004 τὸ θεολογικὸ καὶ ἐκκλησιολογικὸ κλῖμα ἄλλαξε παντελῶς. Ὁ προκάτοχός σας κυρὸς Παντελεήμων ἐτόλμησε εὐθαρσῶς νὰ ἀκυρώσει διαθρησκειακὴ συνάντηση ὑπὸ τὴν αἰγίδα καὶ προεδρία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ποὺ εἶχε προγραμματισθῆ καὶ ἐξαγγελθῆ γιὰ τὶς 29-30 Μαΐου τοῦ 2003 μὲ θέμα «Ὁ διαθρησκειακὸς Διάλογος ὡς προϋπόθεσις τοῦ πολιτισμοῦ τῶν πολιτισμῶν», καὶ μάλιστα στὸν χῶρο τῆς Σταυροπηγιακῆς καὶ Πατριαρχικῆς Μονῆς τῶν Βλατάδων. Τὸ ἔπραξε, γιὰ νὰ ἀποτρέψει τὸν μολυσμὸ τοῦ ποιμνίου του ἀπὸ τὸ μικρόβιο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν συγκρητιστικὴ διαθρησκειακὴ διάβρωση. Εὐγνωμονοῦντες γιὰ τὴν θαρραλέα αὐτὴ καὶ ὄντως ὁμολογητικὴ στάση τοῦ ἀφιερώσαμε τὸ σχετικὸ βιβλίο μας «Διαθρησκειακὲς Συναντήσεις. Ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσβολὴ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων»[4]. 
Ἀντίθετα, σεῖς ἀνοίξατε μετὰ χαρᾶς τὶς πύλες τῆς ἁγιοτόκου Θεσσαλονίκης στὶς ἐπιβουλὲς τῶν Παπικῶν, Προτεσταντῶν καὶ τῶν ἡμετέρων Οἰκουμενιστῶν, διότι ἐσφαλμένως θεωρεῖτε ὅτι ἡ μόνη ἐπικίνδυνη αἵρεση εἶναι οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἐνῶ οἱ ἑτερόδοξες Χριστιανικὲς κοινότητες δὲν εἶναι αἱρέσεις ἀλλὰ ἐκκλησίες, ὅπως ἐδογμάτισε ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης. Ἐδῶ καὶ δώδεκα ἔτη δὲν ἀκούγεται στὴν Θεσσαλονίκη ἀντιπαπικὸ καὶ ἀντιοικουμενιστικὸ κήρυγμα, διότι οἱ ἱερεῖς ἀκολουθοῦν, παρεξηγοῦντες τὴν ἔννοια τῆς ὑπακοῆς στὸν ἐπίσκοπο, τὴν δική σας ἐκκλησιολογικὴ γραμμὴ φοβούμενοι νὰ ἀντιδράσουν.

Τὸν ἐνοχλητικὸ π. Θεόδωρο τὸν περιορίσατε στὸν Ἅγιο Ἀντώνιο· οὐδέποτε τὸν καλέσατε ὁμιλητὴ σὲ συνέδρια τῆς Μητροπόλεως ἢ σὲ πανηγύρεις καὶ μνῆμες ἁγίων. Συνεργάζεσθε ὅμως ἁρμονικὰ μὲ οἰκουμενιστὰς καθηγητὰς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, μετέχετε καὶ εὐλογεῖτε τὰ οἰκουμενιστικὰ συνέδριά τους καὶ τὰ ἀνάλογα τῆς Ἱ. Μονῆς Βλατάδων. Μερικοὺς μάλιστα ἐξ αὐτῶν, ποὺ πρωτοστάτησαν στὴν ἵδρυση τοῦ «Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» καὶ στὴν μεταβολὴ τοῦ Ὀρθοδόξου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν σὲ θρησκειολογικὴ σούπα, τοὺς διορίσατε μέλη τῆς «Συντακτικῆς Ἐπιτροπῆς» τοῦ ἱστορικοῦ θεολογικοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως «Γρηγόριος Παλαμᾶς», ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε καὶ ὁ ἀρχιεπίσκοπος κ. Ἱερώνυμος, τοποθετήσας τὸν πρωτεργάτη τῆς νοθεύσεως τῶν Θρησκευτικῶν διευθυντὴ τοῦ ἐπισήμου περιοδικοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου «Θεολογία». Συγχρόνως ἐμφανίζεσθε καὶ ἐνεργεῖτε ὡς ἀντιτιθέμενος δῆθεν στὴν ἵδρυση τοῦ «Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» καὶ ὡς ὑποστηρίζων τήν «Πανελλήνιον Ἕνωσιν Θεολόγων» στοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν διατήρηση τοῦ ὀρθοδόξου χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Εἴχατε πολλοὺς ποιμαντικοὺς τρόπους νὰ ἀνακόψετε τὶς ἀντορθόδοξες αὐτὲς ἐξελίξεις μὲ τὴν ὕψωση τῆς ποιμαντικῆς σας ράβδου πρὸς τοὺς πρωτεργάτας αὐτῶν τῶν βλασφήμων ἐξελίξεων, καθηγητὰς καὶ πολιτικούς, ἐφαρμόζοντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ σεβόμενος τὴν κανονικότητα, τὴν ὁποία ἰσχυρίζεσθε ὅτι δὲν σέβομαι ἐγώ. Ἐνθυμοῦμαι ὅτι σὲ ἱερατικὴ σύναξη στὴν αἴθουσα ὁμιλιῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ μᾶς ἀνακοινώσατε τὴν ἀπόφαση τοῦ Τμήματος Θεολογίας γιὰ τὸ Ἰσλάμ, γεμᾶτος δικαιολογημένη ὀργὴ καὶ ἀγανάκτηση ρωτήσατε ὅλους τοὺς ἱερεῖς: «Εἴσαστε νὰ πᾶμε ὅλοι στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ καὶ νὰ τὰ κάνουμε λίμπα»; Ἡ πρόταση ἔγινε δεκτὴ μὲ ζωηρὸ καὶ παρατεταμένο χειροκρότημα. Αὐτὴ ὅμως ἡ πατερική, ἑλληνική, κολοκοτρωνέϊκη λεβεντιὰ ἔμεινε μόνο στὰ λόγια. Ἀντὶ νὰ πᾶτε μὲ ὅλο τὸ ἱερατεῖο στὴν Θεολογικὴ Σχολή, φέρατε τὸ οἰκουμενιστικὸ «ἱερατεῖο» στὴν Μητρόπολη.

Μήπως ἐπιπλήξατε καὶ νουθετήσατε τὸ πνευματικό σας τέκνο, τὸν διάδοχό σας στὴν Ἀλεξανδρούπολη, μητροπολίτη κ. Ἄνθιμο, ὁ ὁποῖος «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» ὑποστήριξε τό «Τμῆμα Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν», τὴν διδασκαλία τοῦ Κορανίου μαζὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, τὸν Χριστὸ μαζὶ μὲ τὸν Ἀντίχριστο, καὶ παντοιοτρόπως ἐνισχύει τὴν μεταπατερικὴ παρασυναγωγὴ τῶν θεολόγων τοῦ «Καιροῦ», ποὺ ἐπὶ ἔτη τώρα κατασκανδαλίζουν τὸν θεολογικὸ κόσμο, καὶ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει σκανδαλισμὸς καὶ ἀναστάτωση τοῦ πληρώματος;

Τὴν ἴδια ἐπαμφοτερίζουσα στάση κρατήσατε καὶ ἀπέναντι τοῦ δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη καὶ τῶν ὁμοφυλοφιλικῶν του παρελάσεων. Ἀπαγορεύσατε στὰ χριστιανικὰ σωματεῖα τῆς πόλεως νὰ ὀργανώσουν δυναμικὲς ἀντιδράσεις, τὶς ὁποῖες περιορίσατε στὸν αὐλόγυρο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, οἱ ἱερεῖς τοῦ ὁποίου ἀρνήθηκαν μάλιστα νὰ δώσουν ἠλεκτρικὸ ρεῦμα στοὺς ὀργανωτὰς γιὰ τὴν λειτουργία τῶν μεγαφώνων, ἐνῶ τὸ ἑπόμενο ἔτος εὐχαριστηθήκατε, γιατὶ ὅλος ὁ ἀγώνας περιορίσθηκε σὲ μία ἀγρυπνία στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς ᾽Αχειροποιήτου, τώρα δὲ ἔχει ἐκφυλισθῆ τελείως, καὶ ἡ ἁγιοτόκος καὶ μαρτυροφρούρητος Θεσσαλονίκη ἔχει παραδοθῆ ἀμαχητί, χωρὶς στρατηγὸ καὶ ποιμένα, στὶς ὀρδὲς τῶν Σοδομιτῶν. Φθάσατε μέχρι τοῦ σημείου νὰ ζητήσετε ἀπὸ τοὺς ὀργανωτὰς τῶν ἀντιδράσεων, ποὺ εἶχαν ἐκτυπώσει σχετικὴ ἀφίσα μὲ ἀναγραφόμενο ὁμιλητὴ τὸν π. Θεόδωρο Ζήση, νὰ ἀφαιρέσουν τὸ ὄνομά του, περικόπτοντες ἀκαλαίσθητα τὴν ἀφίσα. Καὶ ὅταν στὴν Βουλὴ τῆς μέχρι τώρα χριστιανικῆς Ἑλλάδος ψηφίσθηκε ἀπὸ τὴν πλειονότητα τῶν βουλευτῶν ὁ ἐπαίσχυντος νόμος γιὰ τό «Σύμφωνο συμβίωσης τῶν ὁμοφυλοφίλων», μὲ χλιαρή, φαινομενική, ἀντίδραση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, δὲν ἔπρεπε νὰ νουθετήσετε καὶ νὰ ἐπιπλήξετε ὅλους τοὺς βουλευτὰς τῆς Α´ καὶ Β´ Θεσσαλονίκης, ἀκόμη δὲ καὶ νὰ ἀπαγορεύσετε τὴν εἴσοδό τους στοὺς ἱεροὺς ναούς, ὅπως ἔπραξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες γιὰ ὅσους καταπατοῦν καὶ περιφρονοῦν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ; Αὐτοὶ ὅλοι δὲν ἐσκανδάλισαν καὶ δὲν ἀναστάτωσαν τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα, οὔτε τὴν ἰδική σας ἀρχιερατικὴ συνείδηση, καὶ τοὺς ἐσκανδάλισε τὸ βιβλικὸ καὶ πατερικὸ κήρυγμα τοῦ π. Θεοδώρου;

3. Καλὸς ὁ πατριωτισμός. Ἀλλὰ ὑπεράνω ὅλων ἡ Ὀρθοδοξία.

Ἀφήνετε τοὺς Μασόνους, τοὺς Ροταριανούς, τοὺς Οἰκουμενιστές, τοὺς Σοδομίτες, τοὺς Παπικούς, τοὺς Προτεστάντες, τοὺςἀσεβεῖς, τοὺς Μονοφυσίτες αἱρετικούς, νὰ μπαινοβγαίνουν στὸ μαντρὶ τῶν προβάτων καὶ διώχνετε τοὺς ἱερεῖς, ποὺ φυλάσσουνκαὶ ἀγρυπνοῦν καὶ ἐκδιώκουν τοὺς λύκους τῶν αἱρέσεων. Καὶ καλύπτετε αὐτὴν τὴν ἀδιαφορία σας γιὰ τὴν Πίστη, γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, γιὰ τὴν οὐράνια Πατρίδα, μὲ τὴν ἐπίδειξη ἑνὸς καλοῦ βέβαια ἀλλὰ μικρότερης ἀξίας πατριωτισμοῦ γιὰ τὴν ἐπίγεια πατρίδα, γιὰ τὴν Μακεδονία, ἐναντίον τῶν Σκοπίων. Αὐτὰ εἶναι ἐπαινετές, ἀλλὰ πρόσκαιρες καὶ ἐπίγειες ἐπιδιώξεις. Οἱ Χριστιανοὶ ἀγαποῦμε τὴν πατρίδα, ἀλλὰ ὅλη μας ἡ μέριμνα, ὅλο μας τὸ εἶναι, εἶναι στραμμένο πρὸς τὸν οὐρανό, πρὸς τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Αὐτὲς τὶς ἡμέρες τῶν Ἁγίων Θεοφανείων ἀκούσαμε τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ ἀμέσως τὸν ἴδιο τὸν Θεάνθρωπο Κύριο νὰ ἀπευθύνονται πρὸς τοὺς συμπατριῶτες τους Ἑβραίους ποὺ ἐκαυχῶντο γιὰ τὴν ἐθνική τους καταγωγὴ ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ καὶ περιφρονοῦσαν ὅλα τὰ ἄλλα ἔθνη, καὶ ὁ μὲν πρῶτος νὰ τοὺς λέγει νὰ μὴ καυχῶνται γιὰ τὴν καταγωγή τους, γιατὶ ὁ Θεός «δύναται καὶ ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ»[5], ἀμφότεροι δὲ νὰ τοὺς καλοῦν νὰ ἀλλάξουν νοοτροπία, νὰ μετανοήσουν, νὰ μὴ περιμένουν ἐθνικὸ λυτρωτὴ καὶ Μεσσία, ποὺ θὰ τοὺς ἐλευθερώσει ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους καὶ θὰ ἐγκαθιδρύσει ἐπίγειο κράτος τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ Λυτρωτὴ καὶ Σωτήρα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὁ ὁποῖος θὰ ἱδρύσει ἐπὶ γῆς τὴν Ἐκκλησία γιὰ ὅλα τὰ ἔθνη ὡς βασιλεία τῶν οὐρανῶν: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»[6]. 

Ποιός ἀπὸ ὅσους μελετοῦμε τὰ πατερικὰ κείμενα δὲν συγκλονίζεται ἀπὸ ὅσα σχετικὰ λέγει τὸ κείμενο τῆς «Πρὸς Διόγνητον Ἐπιστολῆς», γραμμένο τὸν β´ αἰώνα ἀπὸ ἄγνωστο ἀποστολικὸ Πατέρα καὶ ἀπολογητή, γιὰ τὸ πῶς ζοῦν οἱ Χριστιανοὶ μέσα στὸν κόσμο; «Πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας, ἀλλ᾽ ὡς πάροικοι· μετέχουσι πάντων ὡς πολῖται, καὶ πάνθ᾽ ὑπομένουσιν ὡς ξένοι· πᾶσα ξένη πατρὶς αὐτῶν καὶ πᾶσα πατρὶς ξένη... Ἐπὶ γῆς διατρίβουσιν, ἀλλ᾽ ἐν οὐρανῷ πολιτεύονται»[7].
Πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς κληρικοὺς καὶ μάλιστα τοὺς μεγαλοσχήμονες, ἀπευθυνόμενοι πρὸς τοὺς νέους, ἱεραρχοῦμε τὰ πράγματα καὶ τοὺς στρέφουμε πρῶτα πρὸς τὴν ἄλλη ζωή, τὴν αἰώνια, γιὰ νὰ ἀγκυροβολήσουν ἐκεῖ τὶς ἐλπίδες τους, ὅπως ἔπραττε ὁ Μ. Βασίλειος στὸν περίφημο λόγο του «Πρὸς τοὺς Νέους, ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων»; Τοὺς ἔλεγε ἐπὶ λέξει: «Ἡμεῖς, ὦ παῖδες οὐδὲν εἶναι χρῆμα παντάπασι τὸν ἀνθρώπινον βίον τοῦτον ὑπολαμβάνομεν, οὔτ᾽ ἀγαθόν τι νομίζομεν ὅλως, οὔτ᾽ ὀνομάζομεν, ὃ τὴν συντέλειαν ἡμῖν ἄχρι τούτου παρέχεται. Οὔκουν προγόνων περιφάνειαν, οὐκ ἰσχὺν σώματος, οὐ κάλλος, οὐ μέγεθος, οὐ τὰς παρὰ πάντων ἀνθρώπων τιμάς, οὐ βασιλείαν αὐτήν, οὐχ ὅ,τι ἂν εἴποι τις τῶν ἀνθρωπίνων μέγα, ἀλλ᾽ οὐδὲ εὐχῆς ἄξιον κρίνομεν ἢ τοὺς ἔχοντας ἀποβλέπομεν, ἀλλ᾽ ἐπὶ μακρότερον πρόϊμεν ταῖς ἐλπίσι καὶ πρὸς ἑτέρου βίου παρασκευὴν ἅπαντα πράττομεν. Ἃ μὲν οὖν ἂν συντελῇ πρὸς τοῦτο ἡμῖν ἀγαπᾶν τε καὶ διώκειν παντὶ σθένει χρῆναί φαμεν, τὰ δὲ οὐκ ἐξικνούμενα πρὸς ἐκεῖνον, ὡς οὐδενὸς ἄξια παρορᾶν»[8]. 

Ἡ ὀρθότητα τῆς Πίστεως, ἡ καταδίκη τῶν αἱρέσεων ἀνήκουν εἰς αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ ἀγαποῦμε καὶ νὰ ἐπιδιώκουμε «παντὶ σθένει», ἐνῶ ὅλα ὅσα δὲν βοηθοῦν στὴν προετοιμασία μας γιὰ τὴν ἄλλη ζωὴ πρέπει νὰ τὰ παραβλέπουμε «ὡς οὐδενὸς ἄξια» καὶ ὄχι ἁπλῶς μικρότερης ἀξίας, ὅπως προηγουμένως τὰ χαρακτηρίσαμε.
Στενοχωρήθηκα πάρα πολὺ τὸ περασμένο καλοκαίρι ποὺ βρέθηκα στὴν Μολδαβία καὶ στὴν Γεωργία, προσκεκλημένος τῶν ἐκεῖ ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν, γιατὶ δέχθηκα τὶς ἔκπληκτες ἀπορίες καὶ ἐρωτήσεις ἐπισκόπων, ἱερέων, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν γιὰ τὸ πῶς δὲν ἀντέδρασε ἀποφασιστικὰ ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν ἐπέλαση τῶν Ὁμοφυλοφίλων καὶ πῶς δὲν ἀπέτρεψε μὲ δυναμικὲς ἐνέργειες τὴν ψήφιση ἀπὸ τὴ Βουλὴ τοῦ «Συμφώνου συμβίωσης τῶν Ὁμοφυλοφίλων», ὅπως τὸ κατόρθωσαν ἐκεῖ βγαίνοντας στοὺς δρόμους ὅλοι, κλῆρος καὶ λαός. Ἔνοιωθαν ἀπογοήτευση καὶ πικρία, γιατὶ μᾶς θεωροῦν τοὺς Ἕλληνες διδασκάλους στὴν Πίστη, στὴν εὐσέβεια, στὴν ἀρετή, καὶ σκανδαλίζονται, ὅταν οἱ διδάσκαλοι καὶ οἱ πρωτοπόροι τὰ προδίδουν, ὅπως δυστυχῶς συμβαίνει τώρα καὶ μὲ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, στὴν ὁποία πρωτοστατεῖ καὶ χοροστατεῖ ὁ Ἕλληνας οἰκουμενικὸς πατριάρχης, συμπορευομένων δυστυχῶς καὶ πάλι, ἀπὸ ἄρρωστο πατριωτισμό, ὅλων τῶν ἑλληνοφώνων τοπικῶν ἐκκλησιῶν. Ὅσοι μιλοῦν γιὰ ἐθνοφυλετισμὸ καὶ κινοῦν πρὸς ἄλλες κατευθύνσεις τὸν δάκτυλο, δὲν βλέπουν τὴν ὁλοφάνερη αὐτὴ ὑποστήριξη, ἐπὶ ζημίᾳ τῆς Πίστεως, τοῦ ὁμογενοῦς καὶ ὁμοφύλου πατριάρχου; Δὲν βλέπουν τὸν σκανδαλισμὸ τῶν Ὀρθοδόξων σὲ οἰκουμενικό, διορθόδοξο ἐπίπεδο, καὶ τοὺς φταῖνε ὁ π. Θεόδωρος καί «οἱ σὺν αὐτῷ», ποὺ προσπαθοῦν νὰ ἄρουν τὰ σκάνδαλα καὶ νὰ εἰρηνεύσουν συνειδήσεις;

4. Ποιός σέβεται τὴν κανονικότητα;

Μοῦ συνιστᾶτε «πατρικῶς», Παναγιώτατε, νὰ σεβασθῶ τήν «κανονικότητα καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς κατ᾽ ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου, Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν νομιμότητα τῆς τοπικῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας», εἰς ἣνἀνήκω κανονικῶς. Μά, ἂν ὑπάρχει κάτι, γιὰ τὸ ὁποῖο ἠμπορῶ νὰ καυχηθῶ ἐν Κυρίῳ, αὐτὸ εἶναι ὁ σεβασμός μου πρὸς τὴν Κανονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, γιὰ τὴν ὁποία, ἄλλωστε, χαρακτηρίζομαι, ἀδίκως καὶ ἐμπαθῶς ἀπὸ πολλοὺς ὡς «ἀκραῖος», «συντηρητικός», «φανατικός», «φονταμενταλι-στής», ἀκόμη καὶ «τρελλός» καί «ψυχοπαθής», τίτλοι βέβαια ψευδεῖς καὶ σκοπίμως διαδιδόμενοι εἰς βάρος μου, ὥστε νὰ παρεμποδισθεῖ ἡ ἐπίδραση τοῦ λόγου μου εἰς ὅσους δὲν μὲ γνωρίζουν, ἐκ τοῦ σύνεγγυς. Ὅλους αὐτοὺς βέβαια τοὺς εὐχαριστῶ, διότι μὲ εὐεργετοῦν, ἐπειδή, παρὰ τὴν ἁμαρτωλότητά μου, γίνονται αἰτία νὰ περιληφθῶ μεταξὺ αὐτῶν ποὺ ἐπαινεῖ καὶ μακαρίζει ὁ Κύριος: «Μακάριοί ἐστε, ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ᾽ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ»[9].

Προκαλεῖ πάντως ἐντύπωση γιὰ τὸ πόσο μεροληπτικὰ σκέπτεσθε καὶ ἐνεργεῖτε, χαριζόμενος σὲ πρόσωπα ποὺ ἐνεργοῦν ἀντικανονικὰ εἰς βάρος τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ἐνῶ ἀδικεῖτε πρόσωπα ποὺ σέβονται καὶ τηροῦν τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Δὲν γνωρίζετε, Παναγιώτατε, ὅτι ἡ προσωποληψία εἶναι μέγα ἁμάρτημα, ὅτι «πρόσωπον Θεὸς ἀνθρώπου οὐ λαμβάνει», ὅσο ὑψηλὰ καὶ ἂν εἶναι κανεὶς καὶ σὲ ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ γιά «τοὺς δοκοῦντας εἶναί τι»[10], γι᾽ αὐτοὺς ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι σπουδαῖοι καὶ τρανοί; Ἀλλὰ καὶ ὁ ἕτερος κορυφαῖος Ἀπόστολος Πέτρος λέγει ὅτι στοιχεῖο τῆς ἁγιότητος, πολὺ περισσότερο τῆς «παναγιότητος», εἶναι ἡ ἀπροσωποληψία, καὶ αὐτὴν πρέπει νὰ ἀκολουθεῖ ὅποιος ἐπικαλεῖται τὸν Πατέρα, «τὸν ἀπροσωπολήπτως κρίνοντα κατὰ τὸ ἑκάστου ἔργον»[11].

Δὲν διαβάσατε, λοιπόν, καὶ δὲν ἐμάθατε ὅτι καθ᾽ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ 20οῦ αἰῶνος τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ὁποῖο μέχρι τότε ἐσέβετο καὶ τηροῦσε τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, τοὺς ἐξευτέλισε ἔκτοτε καὶ τοὺς κατερράκωσε μὲ τὰ ἀντικανονικὰ καὶ ἀπαράδεκτα ἀνοίγματά του πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς Παπικούς, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες κ.ἄ, τώρα δὲ καὶ πρὸς τὶς ἄλλες θρησκεῖες, ποὺ πραγματοποίησαν οἱ μασόνοι πατριάρχες Μελέτιος (Μεταξάκης) καὶ Ἀθηναγόρας, τώρα δὲ καὶ ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος πολὺ περισσότερο, οἰκοδομοῦντες σύντρεις τὸ μασονικὸ ὅραμα τῆς πανθρησκείας τῆς Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ἀντιχρίστου πάπα; Δὲν ἐφρίξατε, καὶ δὲν ἐξηγέρθη ἡ συνείδησή σας, ὅταν γιὰ πολλοστὴ φορὰ γίναμε ὅλοι μάρτυρες τῶν συμπροσευχῶν τοῦ πατριάρχη καὶ τοῦ πάπα εἴτε στὸ Φανάρι εἴτε στὴ Ρώμη; Ἰδιαίτερα κατὰ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα Βενεδίκτου στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 2006, ὅταν ὄχι μόνον τὸν ἐθυμίαζαν προσερχόμενον οἱ «Ὀρθόδοξοι» διάκονοι, ἐνῶ οἱ ψάλτες ἔψαλλαν τό «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου», ἀλλὰ ἐπὶ πλέον στὶς δεήσεις τῶν Εἰρηνικῶν ὁ διάκονος ἐξεφώνησε δέηση καί «Ὑπὲρ τοῦ παναγιωτάτου Πάπα Βενεδίκτου», οἱ ψάλτες τοῦ ἔψαλαν εἰδικὰ συντεθειμένο ἀπολυτίκιο, ὁ πατριάρχης στό «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους» ἐξῆλθε τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καὶ ἠσπάσθη τὸν κατελθόντα ἐκ τοῦ ἀρχιερατικοῦ θρόνου καὶ φέροντα ἀρχιερατικὸ ὠμοφόριο πάπα, ὁ ὁποῖος ἀπήγγειλε καὶ τό «Πάτερ ἡμῶν», ὡσὰν νὰ ἦτο ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος; Ἡ Ἱερὰ Κοινότης τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀντέδρασε τότε ἄμεσα καὶ δυναμικά. Ἐξέδωσε Ἀνακοίνωση (30-12-2006), στὴν ὁποία, μεταξὺ ἄλλων, ἐσημείωνε: «Κατ᾽ ἀρχὴν ἡ ὑποδοχὴ τοῦ πάπα ἔγινε ὡσὰν νὰ ἐπρόκειτο περὶ κανονικοῦ ἐπισκόπου Ρώμης. Κατὰ τὴν τελετὴ ὁ Πάπας φοροῦσε ὠμόφορο, προσφωνήθηκε ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μὲ τό “εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου”, ὡσὰν νὰ πρόκειται περὶ Χριστοῦ Κυρίου, εὐλόγησε τὸ ἐκκλησίασμα καὶ πολυχρονίσθηκε ὡς ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος ἐπίσκοπος Ρώμης. Ἐπίσης ἡ χοροστασία τοῦ Πάπα στὴν Ὀρθόδοξη Θεία Λειτουργία μὲ ὠμόφορο, ἡ ἀπαγγελία τοῦ “Πάτερ ἡμῶν”, ὁ λειτουργικὸς ἀσπασμὸς μὲ τὸν Πατριάρχη, εἶναι ἐκδηλώσεις ποὺ ξεπερνοῦν τὶς ἁπλὲς συμπροσευχές»[12], ποὺ βέβαια καὶ αὐτὲς ἀπαγορεύονται.

Καὶ ὅλα αὐτὰ μὲ βλάσφημη καὶ θρασύτατη παράβαση καὶ παραβίαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ποὺ ἀπαγορεύουν μὲ αὐστηρὰ ἐπιτίμια, μὲ καθαίρεση καὶ ἀφορισμό, ὅσους τοὺς παραβαίνουν. Θὰ σᾶς παραθέσω ἕνα μόνον ἐξ αὐτῶν, τὸν 45ο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων: «Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἢ Διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς Κληρικοῖς, ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω». Τοὺς ὑπολοίπους Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ὅλο τὸ ἀντικανονικό, ἀντορθόδοξο πανηγύρι τῶν συγχρόνων συμπροσευχῶν μπορεῖτε νὰ δῆτε στὴν ἐξαιρετικὴ μεταπτυχιακὴ ἐργασία τοῦ συντοπίτου σας, ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, νεαροῦ φερέλπιδος ἱερέως π. Ἀναστασίου Γκοτσοπούλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν, μὲ τίτλο «Ἡ Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικούς. Προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας»[13].

Ἰδιαίτερα μάλιστα ὁ νῦν Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος συμπροσεύχεται ἀσύστολα, ὄχι μόνο μὲ Χριστιανοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀλλοθρήσκους στὶς πάμπολλες καὶ ἀναρίθμητες διαθρησκειακὲς ἐκδηλώσεις καὶ συναντήσεις, ἐκτὸς τοῦ ὅτι χαρακτήρισε τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ὡς «τείχη τοῦ αἴσχους»[14], ἀπὸ νεαρᾶς ἡλικίας, ὡς ἀρχιμανδρίτης ἀκόμη, εἶχε ἀναλάβει τὸ γκρέμισμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων μὲ τὴν διδακτορική του διατριβή «Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονικῶν διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ», ἡ ὁποία μᾶλλον γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν ἔγινε δεκτὴ στὴν Ὀρθόδοξη τότε Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης καὶ ὑπεβλήθη σὲ παπικὸ Πανεπιστήμιο τῆς Ρώμης, ἀπ᾽ ὅπου ἔλαβε καὶ τὸν τίτλο τοῦ διδάκτορος. Στὴν προδρομικὴ λοιπὸν αὐτὴ μελέτη τοῦ μετέπειτα ἔργου του γράφει: «Δὲν δύνανται νὰ ἐφαρμοσθοῦν σήμερα καὶ πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν αἱ διατάξεις αἱ κανονίζουσαι τὰς σχέσεις τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους. Δὲν δύναται ἡ Ἐκκλησία νὰ ἔχῃ διατάξεις ἀπαγορευούσας τὴν εἴσοδον εἰς τοὺς ναοὺς τῶν ἑτεροδόξων καὶ τὴν μετ᾽ αὐτῶν συμπροσευχήν, καθ᾽ ἣν στιγμὴν αὕτη διὰ τῶν ἐκπροσώπων αὐτῆς προσεύχεται ἀπὸ κοινοῦ μετ᾽ αὐτῶν διὰ τὴν τελικὴν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ἐλπίδι. Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νὰ “ἀρδεύση” πολλὰς κανονικὰς διατάξεις πρός “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁρισμένων διατάξεων ἐπὶ τὸ φιλανθρωπότερον καὶ ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δὲν δύναται καὶ δὲν πρέπει νὰ ζῆ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου».[15] Δὲν ὑπολόγισε τὸν Β´ κανόνα τῆς ἐν Τρούλλω ΣΤ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (680), ὁ ὁποῖος διαγορεύει τὰ ἑξῆς γιὰ τὴν τήρηση ὅλων τῶν Κανόνων ἀνεξαιρέτως: «Μηδενὶ ἐξεῖναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας ἢ ἀθετεῖν ἢ ἑτέρους παρὰ τοὺς προκειμένους παραδέχεσθαι κανόνας... Εἰ δὲ τις ἁλῷ κανόνα τινα τῶν εἰρημένων καινοτομῶν ἢ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον κανόνα, ὡς αὐτὸς διαγορεύει, τὴν ἐπιτιμίαν δεχόμενος». Ὁ Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης ἑρμηνεύων τὰ περὶ ποινῶν καὶ ἐπιτιμίων πρὸς ὅσους παραβαίνουν τοὺς Κανόνες, σύμφωνα μὲ τὰ ἐπιτασσόμενα ἀπὸ τὸν ἐν λόγῳ κανόνα, λέγει ὅτι αὐτοὶ πρέπει νὰ τιμωροῦνται μὲ ἀνάθεμα, ἀφορισμὸ ἢ καθαίρεση: «Εἰ δέ τινας ἤθελε φανῆ ὅτι ἐπιχειρεῖ νὰ παραφθείρῃ, ἢ νὰ ἀναιρῇ κανένα Κανόνα ἀπὸ αὐτούς, οὗτος νὰ λαμβάνῃ τὸ ἐπιτίμιον ὁποῦ περιέχει ὁ Κανὼν ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον παραφθείρει ἢ ἀναιρεῖ. Ἤτοι ἂν ὁ Κανὼν περιέχῃ καὶ ὁρίζῃ ἀφορισμὸν ἢ καθαίρεσιν ἢ ἀνάθεμα, ταῦτα νὰ λαμβάνῃ καὶ ὁ τοῦτον διαφθείρων καὶ ἀναιρῶν, ἵνα θεραπεύση τὸ σφάλμα του ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν ἴδιον Κανόνα, εἰς τὸν ὁποῖον ἔσφαλε»[16]. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος πιὸ ἐμφαντικὰ ὁρίζει στὸν Α´ κανόνα: «Ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνομεν, τῶν ἐκτεθέντων ὑπὸ τῶν ἁγίων σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν τε ἓξ ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ τῶν τοπικῶν συναθροισθεισῶν ἐπὶ ἐκδόσει τοιούτων διαταγμάτων, καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν· ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα· καὶ οὓς μὲν τῷ ἀναθέματι παραπέμπουσι καὶ ἡμεῖς ἀναθεματίζομεν, οὓς δὲ τῇ καθαιρέσει, καὶ ἡμεῖς καθαιροῦμεν, οὓς δὲ τῷ ἀφορισμῷ, καὶ ἡμεῖς ἀφορίζομεν, οὓς δὲ ἐπιτιμίῳ παραδιδόασι, καὶ ἡμεῖς ὡσαύτως ὑποβάλλομεν»[17].

Πόσο ἑωσφορικὸ ἐγωϊσμό, σὰν τοῦ πάπα, πρέπει νὰ ἔχει κανείς, ὥστε νὰ βάζει τὸν ἑαυτό του πάνω καὶ ἀπὸ Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ νὰ ζητεῖ τὴν κατάργηση Ἱερῶν Κανόνων, στὴ συνέχεια δὲ νὰ τοὺς καταπατεῖ ὁ ἴδιος συμπροσευχόμενος μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους; Ποιά Ὀρθόδοξη Σύνοδος καὶ πότε θὰ συνέλθει ἐπὶ τέλους, γιὰ νὰ ἐφαρμόσει καὶ ἀνανεώσει ὅσα οἱ προηγούμενες Ἅγιες Σύνοδοι ἔχουν ἀποφασίσει; Ὄχι πάντως ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία συνεχίζει καὶ ἐφαρμόζει τὸ γκρέμισμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων ποὺ σχεδίασαν ὁ Μελέτιος, ὁ Ἀθηναγόρας καὶ ὁ Βαρθολομαῖος.

Ἐμεῖς ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια ἔχομε ἐλέγξει αὐτὴν τὴν βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπὸ τὴν πληθώρα τῶν ἐλεγκτικῶν ἄρθρων μας μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι γεμᾶτοι οἱ δεκαοκτὼ (18) τόμοι τοῦ περιοδικοῦ «Θεοδρομία» καὶ ἄλλα ὀρθόδοξα ἔντυπα, μνημονεύουμε ἐνδεικτικὰ δύο μόνον ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὸ θέμα τῶν συμπροσευχῶν. Τὸ ἕνα μὲ τίτλο «Γιὰ τὴ συμπροσευχὴ Πατριάρχου καὶ Πάπα, ποιὰ σύνοδος θὰ ἐπιβάλει τὴν κανονικότητα»[18]; Καὶ τὸ ἄλλο «Ἡ συνάντηση Βαρθολομαίου καὶ Βενεδίκτου μακρὰν τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων»[19]. Ἐμᾶς, λοιπόν, ποὺ ζητοῦμε τὴν τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ ἀγωνιζόμαστε ἐπὶ ἔτη γι᾽ αὐτὴν συμβουλεύετε, Παναγιώτατε κ. Ἄνθιμε, νὰ σεβασθοῦμε τὴν κανονικότητα; Δὲν βλέπετε τὸ δοκάρι τῆς ἀντικανονικότητας ὁλοφάνερα καρφωμένο στοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ ἄλλων, κατὰ τὰ λεγόμενα ὑπὸ τοῦ Κυρίου: «Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς;»[20]. Γνωρίζετε πόσος θεολο-γικὸς κόπος καὶ συγγραφικὸς ζῆλος ἔχουν καταβληθῆ ἐπὶ μακροὺς χρόνους γιὰ τὸ μετα-θετὸ τῶν ἐπισκόπων, τὸ ὁποῖο οἱ Ἱεροὶ Κανόνες ἀπαγορεύουν, καὶ ὅτι ἡ μετάθεση ἐπι-σκόπου ἀπὸ μικρότερη καὶ πτωχότερη σὲ μεγαλύτερη καὶ πλουσιώτερη ἐπαρχία θεωρεῖ-ται πνευματικὴ μοιχεία, οἱ δὲ τοῦτο πράττοντες ἐπίσκοποι χαρακτηρίζονται ὡς «μοιχεπι-βάτες», διότι ἐγκαταλείπουν τὴν νόμιμη σύζυγο-ἐπαρχία, τὴν ὁποία ἐνυμφεύθησαν μὲ ἀδιάλυτο γάμο, ἀφήνουν ὀρφανὰ τὰ πνευματικὰ τέκνα ποὺ ἐγέννησαν, γιὰ νὰ νυμφευ-θοῦν νέα γυναίκα, πλουσιώτερη καὶ ὀμορφότερη. Γνωρίζω τὶς οἰκονομίες καὶ τὶς ἐξαιρέ-σεις τῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖες ὅμως δὲν καταργοῦν τὴν ἀκρίβεια, καὶ συνήθως χρησιμο-ποιοῦνται οἱ πνευματικοὶ λόγοι, ὡς πρόφαση γιὰ ἄλλες ἐπιδιώξεις. Ἐσεῖς ἀφήσατε τὴν μικρὴ Ἀλεξανδρούπολη καὶ ἤλθατε στὴν μεγαλόπολη Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ ὠφελήσετε πνευματικὰ περισσότερο τοὺς Θεσσαλονικεῖς, ὅπως «κατ᾽ οἰκονομίαν» ἐπιτρέπει ὁ ΙΔ´ Κανὼν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἡ ὑπερδεκαετὴς πάντως ποιμαντορία σας ἐδῶ μὲ τὰ φι-λοοικουμενιστικὰ χαρακτηριστικά της δὲν ἐδικαίωσε τὴν «οἰκονομία» τῆς μεταθέσεώς σας.

5. Ἡ ἁγιότητα καὶ μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ποιοί τὶς προσβάλλουν;


Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κανονικότητα μὲ συμβουλεύετε νὰ σεβασθῶ καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ὀρθῶς χαρακτηρίζετεὡς «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν». Μὲ τὶς ἐνέργειές σας ὅμως δείχνετε ὅτι στηρίζετε αὐτοὺς ποὺ δὲν σέβονται τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀρνοῦνται τὴν ἑνότητα καὶ μοναδικότητά της, ἐνῶ ὡς πρὸς ἐμένα δὲν ἔχετε κάτι συγκεκριμένο νὰ προσάψετε, ἰσχύουν δὲ ὅσα καὶ περὶ τῆς κανονικότητος ἐλέχθησαν, γιὰ νὰ μὴ μακρηγορήσω περισσότερο. Θὰ προσθέσω μόνον τοῦτο· ἡ ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας φαίνεται καὶ ἐκδηλώνεται στὶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἅγιες καὶ ὀρθόδοξες ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων καὶ στὴν ἁγία βιοτὴ καὶ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ λοιπῶν Ἁγίων. Ὅσοι ἀκολουθοῦν τοὺς Ἁγίους Πατέρες σέβονται τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας· ὅσοι ἀγνοοῦν καὶ περιφρονοῦν τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ δὲν ἀκολουθοῦν τὴν διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμά τους, ὅπως οἱ φίλοι σας τῆς «Μεταπατερικῆς Θεολογίας» τοῦ Βόλου, καὶ κάποια πνευματικά σας τέκνα, αὐτοὶ δὲν σέβονται τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαιτέρως ὅσοι δὲν καταδικάζουν τὶς αἱρέσεις, ὅπως ἔπρατταν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Θὰ μοῦ ἔπαιρνε πολὺ χῶρο γιὰ νὰ σᾶς παρουσιάσω τὶ ἔλεγε ὁ μέγας Ἅγιος, μέγας Θεολόγος, Ἡσυχαστὴς καὶ Ἀσκητής, προκάτοχός σας Γρηγόριος Παλαμᾶς γιὰ τὸν σατανικὸ Παπισμό, τὸν ὁποῖο σεῖς θεωρεῖτε ὄχι αἵρεση, ἀλλὰ ὡς ἐκκλησία, προσβάλλοντας ἔτσι τὴν ἁγιότητά του καὶ μαζὶ μὲ αὐτὴν καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε χρόνο ποὺ χοροστατεῖτε στὸν πανηγυρικὸ ἑσπερινὸ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου μᾶς ὑπενθυμίζετε ὅτι μεταφράσατε τὸν «Βίο» τοῦ Ἁγίου, ποὺ συνέγραψε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, δεινὸς πολέμιος τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρείου. Φαίνεται πὼς δὲν προσέξατε τὸ ὅραμα τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ποὺ σχετίζεται μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἢ τὸ ξεχάσατε μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια. Εἶδε, λοιπόν, γύρω ἀπὸ τὸ Ἅγιο Θυσιαστήριο ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος νὰ στέκονται ἡμίονοι (=μουλάρια) καὶ νὰ κλωτσοῦν, νὰ λακτίζουν τὴν Ἁγία Τράπεζα: «Εἶδον γὰρ τὴν τράπεζαν τοῦ Κυριακοῦ καὶ περὶ αὐτὴν ἑστῶτας ἡμιόνους κύκλῳ πανταχόθεν καὶ λακτίζοντας τὰ ἔνδον οὕτως ὡς ἂν ἀτάκτως σκιρτώντων κτηνῶν γένοιτο λακτίσματα. Πάντως δὲ ᾔσθεσθε, φησί, πῶς ἐστέναζον· ἤκουσα γὰρ φωνῆς, λεγούσης· Βδελυχθήσεται τὸ θυσιαστήριόν μου. Ταῦτα εἶδεν ὁ γέρων· καὶ μετὰ δύο ἔτη γέγονεν ἡ νῦν ἔφοδος τῶν Ἀρειανῶν». Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἑρμήνευσε τὴν ὀπτασία του λέγοντας ὅτι σημαίνει πὼς θὰ παραδοθεῖ ἡ Ἐκκλησία σὲ ἀνθρώπους ποὺ μοιάζουν μὲ ἄλογα κτήνη: «Μέλλει τὴν Ἐκκλησίαν ὀργὴ καταλαμβάνειν, καὶ μέλλει παραδίδοσθαι ἀνθρώποις ὁμοίοις ἀλόγοις κτήνεσιν». Ὁ δὲ Μ. Ἀθανάσιος συγκεκριμένα λέγει ὅτι ἡ ὀπτασία ἀναφέρεται στοὺς Ἀρειανούς, καὶ κατ᾽ ἐπέκταση βέβαια στοὺς αἱρετικοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν: «Τότε πάντες ἡμεῖς ἐπέγνωμεν, ὅτι τὰ λακτίσματα τῶν ἡμιόνων ταῦτα προεμήνυε τῷ Ἀντωνίῳ, ἃ νῦν οἱ Ἀρειανοὶ ἀλόγως πράττουσιν ὡς τὰ κτήνη»[21].

Ποιοί, λοιπόν, σέβονται τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας; Ἐκεῖνοι ποὺ εἰσάγουν τοὺς αἱρετικοὺς μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ συμπροσεύχονται μαζί τους, ἐνῶ αὐτοὶ ὡς ἄλογα κτήνη λακτίζουν τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια, ἢ ὅσοι διαμαρτύροναι καὶ λυποῦνται καὶ στενοχωροῦνται καὶ δακρύζουν σὰν τὸν Μ. Ἀντώνιο, ὅπως στενοχωρηθήκαμε ὅλοι μας, Παναγιώτατε, ὅταν ὁδηγήσατε προσφάτως τὸν Ἀρμένιο Πατριάρχη στὸ Ἱερὸ τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ προσεκύνησε τὴν Ἁγία Τράπεζα; Τί ὠφελεῖ ποὺ μεταφράσατε τόν «Βίο» τοῦ Μ. Ἀντωνίου;

Κάνετε λόγο ἐπίσης καὶ γιὰ τὴν «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, τὸ ὁποῖο πάντως κατήργησε καὶ ἀθέτησε ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, ἐφ᾽ ὅσον ἀποφάσισε νὰ ὀνομάσει καὶ τὶς αἱρέσεις ἐκκλησίες, χωρὶς νὰ τολμήσει, ἔστω καὶ μία φορὰ σὲ ὅλα τὰ κείμενά της, νὰ χρησιμοποιήσει τὴν λέξη αἵρεση· ἀντίθετα ἐπήνεσε καὶ ἐνομιμοποίησε συνοδικῶς τὴν συμμετοχή μας στὸ προτεσταντικὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δηλαδὴ τῇ ἀληθείᾳ στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων». Καὶ ἀντὶ νὰ ἐπικρίνετε τὸν ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο, ὁ ὁποῖος στὴν Κρήτη ἀναποδογύρισε τὶς ὁμόφωνες ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Μαΐου τοῦ 2016, ποὺ ἀπέκλειαν τὴν χρήση τοῦ ὅρου ἐκκλησίες γιὰ τὶς αἱρέσεις, καὶ δέχθηκε χωρὶς συνοδικὴ ἔγκριση νὰ ὀνομάζονται ἐκκλησίες, σεῖς στὴν Ἱεραρχία τοῦ Νοεμβρίου συμφωνήσατε μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο, τὰ εἴδατε ὅλα στὴν Σύνοδο θετικὰ καὶ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, καὶ συστήσατε μάλιστα στὸν ἀρχιεπίσκοπο νὰ μὴ γίνει καθόλου συζήτηση γιὰ τὶς «Ἁγιοπνευματικές» ἀποφάσεις τῆς Κρήτης, μετὰ τὴν ἀνάγνωση τῆς θετικῆς γιὰ τὴν ψευδοσύνοδο εἰσηγήσεως τοῦ μητροπολίτου Σερρῶν κ. Θεολόγου. Σεῖς λοιπόν, μετὰ τῶν ἄλλων Οἰκουμενιστῶν, δὲν πιστεύετε «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν», ἀλλά «Εἰς πολλάς, ἀσεβεῖς, αἱρετικάς, διεσπασμένας ἐκκλησίας».

6. Ἄλλο κανονικότητα, ἄλλο νομιμότητα. Ἡ ἀποτείχιση δὲν εἶναι σχίσμα.

Δὲν κατανοῶ τὶ σημαίνει ἡ συμβουλή σας νὰ σέβομαι καὶ τήν «νομιμότητα τῆς τοπικῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας», στὴν ὁποία ἀνήκω. Ὁ ὅρος «νομιμότητα» στὴ γλώσσα τοῦ Κανονικοῦ καὶ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου σημαίνει ὅτι εἶσθε μητροπολίτης Θεσσαλονί-κης, ἀναγνωριζόμενος καὶ ἀπὸ τοὺς νόμους τοῦ Κράτους στὰ πλαίσια τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας. Ποιὸς σᾶς τὸ ἀμφισβήτησε αὐτὸ ποτέ; Εἶπα ἐγὼ ποτὲ ὅτι παρανόμως κατέχετε τὸν θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης; Κάποιοι ἀμφισβητοῦν ὄχι τὴν νομιμότητα, ἀλλὰ τὴν κανονικότητα τῆς ἐκλογῆς σας, λόγῳ τῆς μεταθέσεως σας ἀπὸ τὴν Ἀλεξανδρούπολη. Ἄλλο ὅμως κανονικότητα καὶ ἄλλο νομιμότητα· εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι κανεὶς νομικῶς ἐν τάξει ἀλλὰ ὄχι κανονικῶς ἢ καὶ τὸ ἀντίστροφο. Ἐγὼ πάντως δὲν ἔχω θέσει ποτὲ οὔτε τὸ ἕνα οὔτε τὸ ἄλλο, καὶ σᾶς μνημονεύω μέχρι τώρα στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες ὡς κανονικὸ καὶ νόμιμο ἐπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Ἂν ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, τὶς ὁποῖες ὑποστηρίζετε, μὲ ὁδηγήσουν νὰ ἀσκήσω τὸ κανονικὸ δικαίωμα τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου σας, ἡ ὁποία μόνο ἀπὸ τοὺς ἀδιάβαστους καὶ ἀμελέτητους ἢ σκοπίμως καὶ ψευδῶς χαρακτηρίζεται ὡς σχίσμα, τότε θὰ σᾶς ἐξηγήσω γιὰ ποιοὺς σοβαροὺς θεολογικούς, ἐκκλησιαστικούς, κανονικοὺς λόγους προβαίνω σ᾽ αὐτὸ τὸ ἀπολύτως δικαιολογημένο διάβημα, ὁπότε καὶ σεῖς, ἀνάλογα μὲ τὴν καλὴ ἢ ἐλλιπῆ γνώση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τὴν πατρική σας (χωρὶς εἰσαγωγικά) φροντίδα καὶ ἀγάπη, θὰ προχωρήσετε στὶς ἐπιβαλλόμενες ἐνέργειες. Πάντως ἡ ἀκροτελεύτια συμβουλή σας νὰ μὴ συμβάλλω εἰς «τὴν δημιουργίαν "ἀποτειχί-σεων", "σχισμάτων" καί "ἀνταρσιῶν"», πρᾶγμα πού «τυγχάνει ἀντικανονικὸν καὶ ἐκκλη-σιολογικῶς ἀπαράδεκτον», ἀποδεικνύει ὅτι δὲν γνωρίζετε δυστυχῶς τὶ σημαίνουν αὐτοὶ οἱ ὅροι καὶ δὲν ἐπιθυμῶ τώρα ὡς πανεπιστημιακὸς διδάσκαλος νὰ σᾶς τοὺς ἀναλύσω. Ἐπισημαίνω ἁπλῶς ὅτι ἡ «ἀποτείχισις», τὴν ὁποία ἐπαινεῖ ὁ ΙΕ´ Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου τοῦ Μ. Φωτίου (861), δηλαδὴ ἡ διακοπὴ μνημοσύνου τοῦ κηρύσσοντος αἵρεση ἐπισκόπου, καὶ τὴν ὁποία συνιστᾶ σύνολη ἡ προηγούμενη καὶ ἡ ἑπόμενη Πατερικὴ Παράδοση δὲν ἔχει καμμία σχέση οὔτε μὲ τό «σχίσμα», οὔτε μὲ τήν «ἀνταρσία», μὲ τὰ ὁποῖα τὴν τσουβαλιάζετε ἢ ἀμαθῶς ἢ σκοπίμως. Σχισματικοὶ καὶ ἀ-ντάρτες εἶναι οἱ ὑποστηρίζοντες τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Διαβᾶστε, παρακα-λῶ, τὸν Ἱερὸ Κανόνα[22].

7. Σὲ ποιά Σύνοδο ὑπακούει ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης;

Ἡ ἀπόφασή σας νὰ μοῦ ἀποστείλετε τὴν «νουθετήρια» ἐπιτιμητικὴ ἐπιστολή, Πανα-γιώτατε, ἐγείρει ἕνα σοβαρὸἐκκλησιολογικὸ θέμα ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὸ καθεστὼς διοι-κήσεως τῶν λεγομένων «Νέων Χωρῶν», ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν εὐπείθεια καὶὑπακοή σας στὶς ἀποφάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στὴν ὁποία κανονικῶς ἀνήκετε. Εἶμαι βέβαιος πὼς καὶ σεῖς ἐκτιμᾶτε ὅτι οἱ μητροπολίτες τῶν «Νέων Χωρῶν» εἶναι μέλη τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ ὄχι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου· εἶναι ἀφύσικο ἕνα μέλος νὰ ἀνήκει σὲ δύο σώματα, καὶ ἕνα σῶμα νὰ ἔχει δύο κεφαλές· ἀφύσικο καὶ τερατῶδες, ἀπὸ πλευρᾶς δὲ τῶν Ἱερῶν Κανόνων πλήρως ἀντι-κανονικὸ καὶ ἀπαράδεκτο. Γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ δύο ἐκκλησίες ἔχουν τὶς δικές τους συνόδους, μολονότι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης προσπαθεῖ νὰ ὑφαρπάσει τοὺς ἀρχιερεῖς τῶν «Νέων Χωρῶν» καὶ νὰ τοὺς ἐντάξει στὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπό-λεως. Σεῖς λοιπὸν ποιά Σύνοδο ἀναγνωρίζετε ὡς ἐκκλησιαστική σας ἀρχή, τὴν τῆς Ἑλλάδος ἢ τοῦ Φαναρίου; Τὸ 2009 ὁ πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἐζήτησε μὲ ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Μακαριώτατο ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν κ. Ἱερώνυμο νὰ τιμωρηθοῦν ὅσοι εἶχαν ὑπογράψει τὸ κείμενο «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», μεταξὺ τῶν ὁποίων εὐάριθμοι ἀρχιερεῖς, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ χιλιάδες λαϊκῶν. Ἡ Ἱεραρχία τότε θεώρησε τὴν πατριαρχικὴ ἐνέργεια ὡς εἰσπήδηση στὰ ἐσωτερικὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ ἔβαλε τὸ θέμα στὸ ἀρχεῖο, χωρὶς νὰ λάβει κανένα μέτρο κατὰ τῶν θεωρούμενων ἀπὸ τὸ Φανάρι ὡς ἀπείθαρχων καὶ σκανδαλοποιῶν.

Τὸ ἴδιο ἐπανελήφθη καὶ τώρα γιὰ ὅσους ἀντιδροῦμε στὶς ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυν-όδου τῆς Κρήτης. Ἐζήτησε καὶ πάλι ὁ πατριάρχης νὰ ληφθοῦν μέτρα ἐναντίον δύο συν-επισκόπων σας, τῶν μητροπολιτῶν Καλαβρύτων κ. Ἀμβροσίου καὶ Πειραιῶς κ. Σερα-φείμ, ὡς καὶ ἐναντίον τῆς ἐλαχιστότητός μου, «τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση καὶ τῶν σὺν αὐτῷ». Ἡ Σύνοδος, ὅπως πληροφορηθήκαμε, ἔκλεισε καὶ πάλι τὴν πόρτα τῆς εἰσπήδησης κατὰ πρόσωπο στὸν πατριάρχη καὶ ἔθεσε τὸ θέμα στὸ ἀρχεῖο. Σεῖς δὲν ἔπρεπε νὰ συμμορφωθῆτε στὴν συνοδικὴ αὐτὴ ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας στὴν ὁποία ἀνήκετε, καὶ ὄχι στὴν ὑπερόρια ἐπέμβαση καὶ εἰσπήδηση τοῦ πατριάρχου; Ἀκόμη καὶ ἂν σᾶς ἔστελνε προσωπικὴ ἐπιστολὴ ὁ Οἰκουμενικός, ἔπρεπε νὰ προστατεύσετε τὸ αὐτο-διοίκητο καὶ αὐτοκέφαλο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ τὴν ἀξιοπρέπειά σας ὡς ἐπισκόπου, ἴσου καὶ τῆς αὐτῆς ἀξίας καὶ εὐθύνης μὲ τὸν πατριάρχη, καὶ πρὸ παντὸς νὰ προστατεύσετε τὸ ποίμνιό σας ἀπὸ ἐπεμβάσεις ἀλλοτρίων. Δύσκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ ἑρμηνεύσει αὐτὴν τὴν δουλικότητα πρὸς τὸν Οἰκουμενικό. Ἀπὸ ἕνα πολιὸ Ἱεράρχη καὶ ποιμενάρχη τῆς δευτερόθρονης Θεσσαλονίκης ἄλλα περιμέναμε, κυρίως ὅμως τὸν σεβασμὸ τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Ἐπίλογος

Στὴν πρὸς ἐμὲ ἐπιστολή σας, Παναγιώτατε, μοῦ ὑπενθυμίζετε ὅτι μοῦ παραχωρήσατε τὸν μετοχικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου ᾽Αντωνίου «διὰ νὰ τελῶ τὴν Θείαν Λειτουργίαν καθ᾽ ἑκάστην Κυριακὴν καὶ νὰ ὁμιλῶ πρὸς τὸ ἐκκλησίασμα διὰ τὴν πνευματικὴν οἰκοδομὴναὐτοῦ καὶ πρὸς σωτηρίαν ψυχῶν». Ἐπὶ εἴκοσι τρία συναπτὰ ἔτη (23) ποὺ διακονῶ ἐδῶ, τὰ δώδεκα μὲ τὴν δική σας εὐλογία, σᾶς διαβεβαιῶ ὅτι πράττω μὲ ἀκρίβεια αὐτὸ ποὺ μοῦ συνιστᾶτε. Καὶ αὐτὸ μποροῦν νὰ σᾶς τὸ βεβαιώσουν ἑκατοντάδες καὶ χιλιάδες πιστῶν ποὺ ἐκκλησιάζονται καθ᾽ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔτη στὸν μικρὸ ἀλλὰ ἱστορικὸ αὐτὸ Ναὸ τῆς Θεσσαλονίκης. Ἐνοχλοῦνται μόνον καὶ σκανδαλίζονται οἱ γείτονες τῆς Μασονικῆς Στοᾶς καὶ οἱ οἰκουμενίζοντες καὶ αἱρετίζοντες κληρικοὶ καὶ θεολόγοι. Ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ σωτηρία τῶν ψυχῶν χωρὶς τὴν καταπολέμηση τῶν αἱρέσεων, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν σίγουρα στὴν ἀπώλεια, ἀκόμη καὶ ἂν ὡς πρὸς τὰ ἄλλα εἶναι κανεὶς ἅγιος; Δὲν θέλω νὰ σᾶς παραθέσω βιβλικὸ καὶ πατερικὸ ὑλικό. Ἁπλῶς σᾶς ὑπενθυμίζω ὅτι ὁ προκάτοχός σας Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ μεγαλύτερος Πατὴρ καὶ Θεολόγος τῆς δεύτερης χιλιετίας, γράφει ὅτι τὴν αἵρεση τοῦ Filioque τὴν ψιθύρισε ὁ Σατανᾶς στὰ αὐτιὰ τῶν ὑποτακτικῶν του Λατίνων καὶ ὅτι δὲν θὰ τοὺς δεχθοῦμε ποτὲ σὲ κοινωνία, μέχρις ὅτου ἐξακολουθοῦν νὰ ὑποστηρίζουν αὐτὴν τὴν αἵρεση[23]. Ἄλλος δὲ Ἅγιος προκάτοχός σας, ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης, λέγει ὅτι οἱ Λατῖνοι δὲν ἔχουν οὔτε μυστήρια οὔτε Χάρη, γιατὶ δὲν ἔχουν πλέον, λόγῳ τῶν αἱρέσεων, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα[24]. Θὰ χαρῶ πολὺ ἂν δημοσίως διακηρύξετε ὅτι συμφωνεῖτε μαζί τους, ἂν μάλιστα μοῦ ἀναθέσετε σὲ κάποια ἱερατικὴ σύναξη ἢ ἄλλη ἐκδήλωση νὰ ὁμιλήσω γιὰ τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Οἰκουμενισμό, γιατὶ ἐπὶ δώδεκα ἔτη δὲν ἔχει ἀκουσθῆ στὴν Θεσσαλονίκη ἀντιπαπικό, ἢ ἀντιοικουμενιστικὸ κήρυγμα. Ἂν διαφωνεῖτε μὲ τοὺς Ἁγίους καὶ συμφωνεῖτε μὲ τοὺς μεταπατερικοὺς θεολόγους καὶ οἰκουμενιστάς, τότε σεῖς παρεμποδίζετε τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν καὶ ὄχι ἐγώ. Ἐγὼ εἶμαι βέβαιος γιὰ τὴν καλὴ πορεία τῆς διακονίας μου, γιατὶ ἀκολουθῶ τοὺς Ἁγίους καὶ ὄχι τὸν Βαρθολομαῖο καί «τοὺς σὺν αὐτῷ».

Μὲ σεβασμὸ στὴν ἀρχιερωσύνη σας
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ

[1]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Οὐνία. Ἡ καταδίκη καὶ ἡ ἀθώωση (Στὸ Freising καὶ στὸ Balamand), Θεσσαλονίκη 2002. Γράφει τὸ κείμενο τῆς προδοτικῆς συμφωνίας τοῦ Balamand στὶς παραγράφους 13 καὶ 14: «Καὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρὲς ἀναγνωρίζεται ὅτι αὐτὸ ποὺ ὁ Χριστὸς ἐνεπιστεύθη στὴν Ἐκκλησία Του - ὁμολογία τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, συμμετοχὴ στὰ ἴδια μυστήρια, πρὸ πάντων στὴ μοναδικὴ Ἱερωσύνη ποὺ τελεῖ τὴ μοναδικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολικὴ διαδοχὴ τῶν Ἐπισκόπων- δὲν δύναται νὰ θεωρῆται ὡς ἰδιοκτησία τῆς μιᾶς μόνο ἀπὸ τὶς Ἐκκλησίες μας. Στὰ πλαίσια αὐτὰ εἶναι προφανὲς ὅτι κάθε εἴδους ἀναβαπτισμὸς ἀποκλείεται. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἡ Ὀρθόδοξος καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζονται ἀμοιβαίως ὡς “ἀδελφὲς Ἐκκλησίες”, ὑπεύθυνες ἀπὸ κοινοῦ γιὰ τὴ διατήρηση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ στὴν πιστότητα πρὸς τὸ Θεῖο Σχέδιο...».

[2]. Βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, «Ἡ ἀπομύθευση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», Θεοδρομία 6 (2004) 323-325.

[3]. Τμῆμα Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ-Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν, Οἰκουμενισμός. Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Πρακτικὰ Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, Αἴθουσα Τελετῶν Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 20-24 Σεπτεμβρίου 2004, Ἐκδόσεις «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2008, τόμοι Α´ καὶ Β´, σελ. 1030.

[4]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Διαθρησκειακὲς Συναντήσεις. Ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσβολὴ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, Θεσσαλονίκη 2003. Στὴν ἀφιέρωση γράφαμε: «Τῷ Παναγιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονι Β´, γνησίῳ Ἕλληνι καὶ Ὀρθοδόξῳ Ἱεράρχη, ὑπερμάχῳ καὶ ὑπερασπιστῇ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ὁ τίτλος δὲ τοῦ σχετικοῦ ἄρθρου στὶς σελ. 120-132 τοῦ βιβλίου ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ἄξιος τῆς Ὀρθοδοξίας ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελήμων Β´. Ἀκύρωσε διαθρησκειακὴ συνάντηση καὶ ἀπαγόρευσε τὴν κυκλοφορία αἱρετικοῦ βιβλίου». Μετὰ τὴν κοίμησή του ἐπίσης τοῦ ἀφιερώσαμε μικρὸ ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἄξιον τέλος ἀξίου ἱεράρχου. Ἐκοιμήθη ὁσιακῶς καὶ ἐκηδεύθη πανδήμως ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Β'», Θεοδρομία 3 (2003) 155-160.

[5]. Ματθ. 3, 9

[6]. Ματθ. 3, 2 καὶ 4, 17.

[7]. Πρὸς Διόγνητον 5.

[8]. Πρὸς τοὺς Νέους ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων 2.

[9]. Ματθ. 5, 11.

[10]. Γαλ. 2, 6.

[11]. Α´ Πέτρου 1, 17.

[12]. Βλ. Θεοδρομία 8 (2006) 558-564.

[13]. Πρεσβύτερος Αναστασιοσ Γκοτσοπουλοσ, Ἡ Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικούς. Προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, Ἐκδόσεις «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2009.

[14]. Περιοδικὸ Ἐπίσκεψις ἀριθμ. τεύχους 423, 15.7.1989, σελ. 6-7.

[15]. Ἀρχιμ. Βαρθολομαιου Αρχοντωνη, Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν Κανονικῶν Διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, Ἀνάλεκτα Βλατάδων σελ. 73.

[16]. Βλ. Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηός, τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας, Ἐκδοτικὸς Οἴκος «᾽Αστήρ», Ἀθῆναι 1990, σελ. 220-221.

[17]. Αὐτόθι, σελ. 322.

[18]. Θεοδρομία 6 (2004) 165-177.

[19]. Θεοδρομία 8 (2006) 546-557.

[20]. Ματθ. 7, 3.

[21]. Μ. Αθανασιου, Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου 83, Βλ. καὶ Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, «Ὁ Μέγας Ἀντώνιος καὶ ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμός», Θεοδρομία 9 (2007) 79-88.

[22]. Κανὼν ΙΕ´

«Τὰ ὁριθέντα περὶ Πρεσβυτέρων καὶ Ἐπισκόπων καὶ Μητροπολιτῶν, πολλῷ μᾶλλον ἐπὶ Πατριαρχῶν ἁρ-μόζει. Ὥστε εἴ τις Πρεσβύτερος, ἢ Ἐπίσκοπος, ἢ Μητροπολίτης τολμήσοι ἀποστῆναι τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον Πατριάρχην κοινωνίας, καὶ μὴ ἀναφέροι τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ τὸ ὡρισμένον καὶ τεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ Μυ-σταγωγίᾳ, ἀλλὰ πρὸ ἐμφανείας συνοδικῆς καὶ τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσοι· τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία Σύνοδος πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ μόνον ἐλεχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καὶ ταῦτα μὲν ἐσφράγισταί τε καὶ ὥρισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων προέδρων, καὶ σχίσμα ποιούντων, καὶ τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γὰρ δι᾽ αἵρεσίν τινα παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων, ἢ Πατέρων, κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι τὴν αἵρεσιν δημοσίᾳ κηρύττοντος, καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾽ Ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ Ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».

[23]. Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμά, Λόγος πρῶτος ὅτι οὐχὶ καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἀλλ᾽ ἐκ μόνου τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Πρόλογος εἰς Π. Χρηστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράματα, Θεσσαλονίκη 1962, τόμος Α', σελ. 23-24: « Πάλιν ὁ δεινὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις, τήν ἑαυτοῦ κεφαλὴν καθ᾽ ἡμῶν διαίρων, ὑποψιθυρίζει τὰ τῆς ἀληθείας ἀντίθετα... Οὕτως Ἀρείους, οὕτως Ἀπολιναρίους, οὕτως Εὐνομίους καὶ Μακεδονίους, οὕτω πλείστους ἄλλους... διὰ τῆς ἐκείνων γλώττης τὸν οἰκεῖον κατὰ τῆς ἱερᾶς Ἐκκλησίας ἐπαφῆκε ἰόν... Οὗτος τοίνυν ὁ νοητὸς καὶ διά τοῦτο μᾶλλον ἐπάρατος ὄφις... διὰ τῶν αὐτῷ πειθηνίων Λατίνων περί Θεοῦ καινάς εἰσφέρει εὐχάς». Αὐτόθι σελ. 26: «Ἀλλ᾽ ἡμεῖς διδαχθέντες ὑπὸ τῆς θεοσοφίας τῶν Πατέρων αὐτοῦ τὰ νοήματα μὴ ἀγνοεῖν... οὐδέποτ᾽ ἂν ὑμᾶς κοινωνοὺς δεξαίμεθα μέχρις ἂν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ τὸ Πνεῦμα λέγητε».

[24]. Λέγει ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὅτι τὸν ἑκάστοτε πάπα «οὐ μόνον οὐ κοινωνικὸν ἔχομεν, ἀλλὰ καὶ αἱρετικὸν ἀποκαλοῦμεν» (Διάλογος 23, PG 155,120-121). Καὶ ἀλλοῦ: «Βλασφημοῦσιν ἄρα οἱ καινοτόμοι καὶ πόρρῳ τοῦ Πνεύματός εἰσι, βλασφημοῦντες κατὰ τοῦ Πνεύματος καί οὐκ ἐν αὐτοῖς ὅλως τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, διὸ καὶ τὰ αὐτῶν ἀχαρίτωτα, ὡς τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος ἀθετούντων καὶ ὑποβιβαζόντων αὐτό ... διὸ καί τό Πνεῦμα οὐκ ἐν αὐτοῖς τὸ Ἅγιον, καὶ οὐδὲν πνευματικὸν ἐν αὐτοῖς καὶ καινὰ πάντα καὶ ἐξηλλαγμένα τὰ ἐν αὐτοῖς καὶ παρὰ τὴν θείαν παράδοσιν» (Ἐπιστολὴ περὶ τῶν Μακαρισμῶν 5). Βλ. περισσότερα στὴν διδακτορικὴ διατριβὴ τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτου Δράμας Διονυσίου Κ. Κυράτσου, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης καὶ ἡ Δύση. Ἡ λατινικὴ Ἐκκλησία καὶ οἱ καινοτομίες της, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 31-32.

Δεν υπάρχουν σχόλια: